Μετά την αυγουστιάτικη ραστώνη των κομμάτων ορισμένα γεγονότα εκβιάζουν εξελίξεις σε όλα τα επίπεδα. Κυρίως βεβαίως γύρω από το Κυπριακό, τη δυναμική ή όχι η οποία είναι δυνατόν να αναπτυχθεί, παρά το γεγονός ότι αντικειμενικά ομιλούντες, και ο σημερινός Πρόεδρος διατηρεί με την πρακτική του, όλες τις γενικόλογες διακηρύξεις των προηγούμενων χρόνων. Κύρια χαρακτηριστικά και της σημερινής προεδρίας στο θέμα των προσπαθειών για το Κυπριακό είναι οι αντιφάσεις αλλά και τα συνθήματα περί ετοιμότητας για λύση. Δυστυχώς η εσωτερική δραστηριότητα ποσώς διαφοροποιείται, με αποτέλεσμα η έξαρση των άκρων να δημιουργεί συνθήκες επικράτησής τους αλλά κυρίως συνθήκες απαξίωσης και απογοήτευσης. Μια κατάσταση πραγμάτων η οποία δεν αντανακλάται μόνο σε σχέση με την αδιέξοδη πορεία δράσης πενήντα και πλέον χρόνια μετά, αλλά επιδρά και στη διαμόρφωση των προθέσεων, των τάσεων του κοινωνικού συνόλου απέναντι στο πολιτικό προσωπικό.
Η εικόνα όπως ακροθιγώς περιγράφεται με πρωταγωνιστή το πολιτικό προσωπικό αυτής της χώρας, είτε αυτή είναι η αμέσως έχουσα την εκτελεστική εξουσία είτε το υπόλοιπο κομμάτι της εξουσίας η οποία ασκείται από τους πολιτικούς σχηματισμούς, αντανακλάται σε όλες τις εκφάνσεις στον κοινωνικό ιστό με αποτέλεσμα να δημιουργούνται συνθήκες σεισμικών αλλαγών στη διαμόρφωση του νέου πολιτικο-κομματικού πλαισίου της χώρας.
Οι τάσεις
Η αποτίμηση δύο μετρήσεων της κοινής γνώμης οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε απόσταση ενός μηνός, τον Ιούλιο το βαρόμετρο της Cypronetwork, αλλά και η έρευνα της RetailZoom αρχές Αυγούστου για λογαριασμό του «Πολίτη» έχουν αναθερμάνει τις συζητήσεις κυρίως σε αυτή τη χρονική συγκυρία στο παρασκήνιο, για την επόμενη μέρα ενώ ανέδειξαν ορισμένες, επί του παρόντος σταθερές, σε σχέση με το πολιτικό και κομματικό πεδίο δράσης.
Παρά το γεγονός ότι οι έρευνες έτρεξαν με διαφορετική μεθοδολογία φαίνεται ότι καταγράφουν κοινά ευρήματα σε επίπεδο τάσεων και θα πρέπει υπό τις περιστάσεις να αποτελέσουν σημείο αναφοράς στους προβληματισμούς τόσο εντός της κυβέρνησης και στις επιδόσεις Νίκου Χριστοδουλίδη, όσο και στην πρακτική των κόμματων.
Δυσκολίες Προέδρου
Μέσα από τις δύο έρευνες είναι ξεκάθαρο ότι ο σημερινός Πρόεδρος δυσκολεύεται να μεταφέρει βασικά μηνύματα στην κοινωνία γύρω από την προεδρική του δράση. Συνολικά αντιμετωπίζεται από το κοινωνικό σύνολο ως ένας πολιτικός χωρίς περιθώρια επί του παρόντος να αλλάξει κεντρικά χαρακτηριστικά της προεδρίας του. Εκείνο το οποίο εντυπωσιάζει στην περίπτωση του σημερινού Προέδρου είναι η σταθερή πορεία απαξίωσης της προεδρικής του δράσης από ένα πολύ μεγάλο φάσμα της κοινωνίας, ακόμα και ανθρώπων που τον έχουν στηρίξει. Πρωτόγνωρο ως φαινόμενο για έναν πολιτικό ο οποίος παρουσιάστηκε στο κοινωνικό σύνολο, να κρατά αποστάσεις από το κομματικό κατεστημένο και μάλιστα συμπερασματικά να εκφράζεται και με δόσεις ορισμένες φορές μιας απολιτίκ ατζέντας υπό την έννοια ότι απευθύνθηκε στην κοινή γνώμη χωρίς σκληρά ιδεολογικά χαρακτηριστικά στοχεύοντας στην καθολική του αποδοχή.
Μέσα από τις δύο τελευταίες μετρήσεις της κοινής γνώμης φαίνεται ότι το αρχικό δυναμικό μπάσιμο του σημερινού Προέδρου και όσα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του έχει τονίσει, φθείρονται ταχέως με λιγότερο από ενάμιση χρόνο εξουσίας στην πλάτη του.
Ρευστότητα
Με βάση τις τάσεις που κυριαρχούν εντός της κοινής γνώμης εξάγεται κατά τρόπο φυσιολογικό ένα κεντρικό ερώτημα:
• Αν και πολύ νωρίς, υπό τις σημερινές περιστάσεις ο Νίκος Χριστοδουλίδης θα καταγραφεί ως Πρόεδρος μιας πενταετίας ή έχει αποθέματα αλλαγής του κλίματος ώστε να εισέλθει σε μια δεύτερη εκλογική μάχη με αξιώσεις;
Αυτό το ερώτημα σήμερα αν και αρκούντως ρητορικό τίθεται ως απότοκο της ίδιας της πραγματικότητας. Για τον απλούστατο λόγο πως η ρευστότητα δεν αφορά μόνο την προεδρία Χριστοδουλίδη αλλά και όλο το κομματικό σύστημα όπως φαίνεται να αποτυπώνεται με τις έως τώρα τάσεις. Ας μην διαφεύγει της προσοχής ότι πριν από τις προεδρικές του 2028 θα μεσολαβήσουν οι βουλευτικές του 2026 οι οποίες με μαθηματική ακρίβεια δεν θα καθορίσουν απλώς το νέο κομματικό πλαίσιο της χώρας αλλά θα διαμορφώσουν και το πολιτικό πεδίο της επόμενης τουλάχιστον δεκαετίας.
Επομένως ο προβληματισμός για τις όποιες πολιτικές αντοχές Χριστοδουλίδη αναποφεύκτως θα πρέπει να διασυνδεθεί με το σχηματοποιημένο κομματικό γίγνεσθαι όπως αυτό θα προκύψει σε λιγότερο από 20 μήνες από τώρα.
Τα παραδοσιακό κόμματα
• Στις δύο πρόσφατες μετρήσεις της κοινής γνώμης, ευθύς μετά τις ευρωεκλογές έχει αποτυπωθεί και μάλιστα σχεδόν πανομοιότυπα, η μεγάλη στροφή της κοινωνίας απέναντι στα παραδοσιακά κόμματα.
Σχεδόν 4 στους 10 ψηφοφόρους παρουσιάζονται έτοιμοι να αμφισβητήσουν τα ίδια τα κόμματά τους. Αυτό έχει βεβαίως διαφανεί και στις τελευταίες εκλογές το οποίο οδήγησε και στο εκλογικό φαινόμενο του Φειδία Παναγιώτου. Η εκλογική συμπεριφορά μεγάλης μάζας ψηφοφόρων δεν καθιστούν το φαινόμενο Φειδία ως παροδικό. Είναι η εναλλακτική κίνηση μιας μεγάλης μάζας ψηφοφόρων οι οποίοι σχηματοποίησαν στο πρόσωπο του νεαρού μια άλλη άποψη για την πολιτική. Αν τα υφιστάμενα κόμματα δεν αφομοιώσουν τα νέα δεδομένα θα οδηγηθούν με μαθηματική ακρίβεια στη φθορά και στην ανυπαρξία. Αυτή η διαπίστωση μετατρέπεται σταδιακά σε πραγματική τάση για ορισμένα εκ των κομμάτων.
Εν μέσω επιστροφής μιας μεγάλης μερίδας των ψηφοφόρων από την αποχή στη συμμετοχή, σε εκλογική διαδικασία, κανένα εκ των παραδοσιακών λεγόμενων κομμάτων δεν είδε τις δυνάμεις του να αυξάνουν. Απεναντίας και με καθρέφτη τη δυναμική του Φειδία Παναγιώτου τα κόμματα έχουν βρεθεί σε πορεία απαξίωσής τους από τους πολίτες οι οποίοι αποφάσισαν μετά από καιρό να επιστρέψουν στις κάλπες.
Μπορούν;
Θα ήταν άδικο αν εξάγονταν απόλυτα συμπεράσματα ότι τα παραδοσιακά κόμματα δεν αντιλαμβάνονται το νέο καθεστώς το οποίο αρχίζει να μορφοποιείται. Εκείνο το οποίο προφανώς στερούνται ακόμη να κατανοήσουν, δεν έχουν δηλαδή προσλαμβάνουσες παραστάσεις, είναι το περιεχόμενο που θα προσδώσουν στην απόπειρα αλλαγής τους στο φόντο των νέων δεδομένων. Είναι σε θέση τα υφιστάμενα παλαιά κόμματα να ανασυντάξουν δυνάμεις, να αναπροσαρμόσουν το πλαίσιο δράσης τους για να συντονιστούν με τις επιθυμίες, τους στόχους και οραματισμούς μιας μεγάλης μερίδας πληθυσμού; Ώς τώρα σε συνολικό επίπεδο δεν δημιουργούνται συνθήκες μιας παρόμοιας αλλαγής.
Τη μεγαλύτερη πίεση ως προς την αφομοίωση αλλά και του τρόπου εκφοράς των νέων δεδομένων τη βιώνουν όπως φαίνεται οι δύο μεγάλοι πολιτικοί σχηματισμοί. Οι οποίοι επί του παρόντος δρουν υπό καθεστώς εσωστρέφειας. Από τη μια ο ΔΗΣΥ και η ηγεσία του θα πρέπει να αναζητήσει τρόπους απεγκλωβισμού της από την πολιτική απαξίωση που τους έχει κληροδοτήσει η διακυβέρνηση Αναστασιάδη. Δεν αρκούν γενικότητες και επικλήσεις σε ζητήματα διαφάνειας όταν ολόκληρη η ηγεσία του ΔΗΣΥ, εμμέσως ή αμέσως, ήταν κομμάτι αυτής της παλινδρόμησης της πολιτικής, τα αποτέλεσμα της οποίας βιώνει σήμερα ο πληθυσμός.
Αφήγημα άλλων εποχών
Στο άλλο μεγάλο κόμμα, το ΑΚΕΛ, φαίνεται να δημιουργούνται οριακές καταστάσεις. Το κόμμα δυσκολεύεται πολύ να προσαρμόσει το δικό του αφήγημα στις τάσεις της κοινωνίας και κυρίως να αφουγκραστεί τις επιθυμίας ενός κεντροαριστερού ακροατηρίου. Η στόχευση σε αυτό το ακροατήριο ώς τώρα είναι αποτυχημένη. Προφανώς για το κόμμα και την ηγεσία του αυτός ο στόχος αγγίζει μια εκλογική προοπτική η οποία φθάνει ώς την προεδρία της Βουλής, ως πρώτο στάδιο, αλλά και τις επόμενες προεδρικές εκλογές σε δεύτερο χρόνο. Το θέμα ωστόσο είναι πόσο ισχυρό ή πόσο ανίσχυρο θα είναι το κόμμα στην υλοποίηση αυτών των στόχων του. Η φιλοδοξία του ΑΚΕΛ να αγκαλιάσει τον χώρο της Κεντροαριστεράς δεν μπορεί να υλοποιηθεί με συνταγές από το παρελθόν, αλλά ούτε με συνθήματα τα οποία δεν έχουν κανένα αντίκρισμα. Παρά τις όποιες προθέσεις της ηγεσίας τους είναι ξεκάθαρο ότι το κομματικό κατεστημένο δεν είναι σε θέση να κάνει σοβαρά βήματα μετάλλαξης. Εν ολίγοις, το βαθιά συντηρητικό εσωτερικό κατεστημένο του κομματικού μηχανισμού λειτουργεί ως τροχοπέδη σε κάθε αλλαγή η οποία θα ενίσχυε μια ευρύτερη συμμαχία με την οποία θα υλοποιούνταν οι στόχοι της σημερινής ηγεσίας του κόμματος.